Όταν Εκείνος συναντά Εκείνη...

Όταν Εκείνος συναντά Εκείνη...

21 Μαΐ 2025

«Αντίσταση κι ασφάλεια...»

«Φύγε όσο πιο μακριά μπορείς!», ούρλιαξε απελπισμένα μια μητέρα στο παιδί της. «Τρέξε να σωθείς, θα σου προσφέρουν μια καλύτερη ζωή... στην άλλη στάση.» Έκλεισε η πόρτα, ενώ το παιδί της μητέρας που φώναζε, στριμώχτηκε δίπλα μου. Μπορούσα να διακρίνω τη μητέρα πίσω απ' τη τζαμαρία της πόρτας να βάζει τα κλάματα. Ευτυχώς, το παιδί δεν την είδε, ήταν μ' όσους μπαίνανε στα τρένα χαμογελαστοί.
    Σήμερα δε ξύπνησα στο σπίτι μου, μα σ' ένα χαλάκι μπροστά στην πόρτα ενός ξένου κτιρίου. Μια γυναίκα έτρεχε με το μωρό στην αγκαλιά. Τα πόδια της έτρεμαν, φαινόταν η αδυναμία της... Σήμερα είναι πρώτη του Γενάρη. Πέρυσι τέτοια περίοδο με τηλεμετέφεραν -για έναν μήνα- στα πρώτα χρόνια του πελοποννησιακού Πολέμου. Προσπαθούσα για ώρα να καταλάβω πού ήμουν και μόλις που κατάφερα να επιβιώσω απ' τον λοιμό που χτύπησε την Αθήνα. 
   Ένας βομβαρδισμός της στιγμής επιβεβαιώνει τη θεωρία πως βρίσκομαι στη δεκαετία του 1940. Συγκεκριμένα σ' ένα τρένο, μαζί με άλλους τριακόσους, πιθανότατα Εβραίους ή τσιγγάνους. Δεν ξέρω καλή ιστορία. Αυτή που θυμάμαι απ' το σχολείο λέει πως στην εποχή εκείνη ανάγκαζαν τους Εβραίους να μπουν στα τρένα, με την πρόφαση πως θα ταξιδέψουν σ' ένα καλύτερο «μέλλον». Στην πραγματικότητα τους μετέφεραν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης της Πολωνίας. Γύρω γύρω, δε γνωρίζουν πως τους περιμένει ένα τέλος θανάτου, με τον ταπεινωτικότερο τρόπο. Θα μπορούσε αυτή που κάθεται αριστερά μου να αιμορραγεί, ενώ της κάνουνε επέμβαση, για να της βγάλουν άγανα απ' το πόδι. Θα μπορούσε το παιδί στα δεξιά μου να εξαντλείται απ' τη καταναγκαστική εργασία, αφού η μοίρα του έλαχε να σκάβει ή να κάνει ολημερίς βαριές δουλειές. Οι επιβάτες του τρένου -στο ίδιο με μένα βαγόνι- την επομένη αναγνωρίζονται μ' έναν αριθμό κι όχι με τ' όνομα πια. Πού να φαντάζονται πως το μαρτύριο μόλις αρχίζει, πώς τα βασανιστήρια, ο ημερήσιος εξευτελισμός δε θα έχουν τελειωμό, μέχρι ένας οδυνηρός θάνατος να είναι ο επόμενος τους σταθμός.
Εγώ, όπως ανέφερα, τηλεμεταφέρθηκα σ' αυτήν την περίοδο, αλλά θα γυρίσω στο σπίτι τον άλλον μήνα. Με λένε Λαζαρία και σπουδάζω Ψυχολογία στα Γιάννενα. Ωστόσο, κάθε πρώτη μέρα του χρόνου τηλεμεταφέρομαι σε μια διαφορετική, ιστορική περίοδο. Δεν ξέρω αν οι πράξεις μου φέρνουν ποτέ μιαν αλλαγή. Δεν ξέρω αν, προειδοποιώντας τους επιβάτες για το τι ακολουθεί, θα αλλάξει κάτι απ' όσα έχουν ήδη καταγραφεί στην Ιστορία. 
    Θα μπορούσε η μοίρα να μ' έχει στείλει σε μια καινούργια, χρονική περίοδο, μόνο για να δω πώς ζούσαν οι άνθρωποι τότε κι όχι για ν' αλλάξω κάτι. Παράλληλα είχα την ελπίδα ότι θα μπορούσα να βοηθήσω τους επιβάτες, δίπλα και μπροστά μου. Προσπέρασα τα μπροστά βαγόνια κι έφτασα στον οδηγό. Σα να 'μουνα μικρός Θεός, τον έσπρωξα και τράβηξα το χειρόφρενο. Του έκλεισα το στόμα με το χέρι, τον έσυρα μέχρι το μεγάφωνο του πρώτου βαγονιού κι απέκτησα έτσι την προσοχή όλων των επιβατών. Φαίνονταν κατατρομαγμένοι μα έπρεπε οπωσδήποτε να τους μιλήσω. Ήταν ζήτημα ζωής και θανάτου!
   «Γεια σας, ονομάζομαι Λαζαρία. Συγγνώμη, αν σας τρόμαξα, αλλά προτιμώ να προβληματιστείτε για την κατάσταση. Κάποιοι πιστεύετε πως όλα θα πάνε καλά, πως θα βρεθείτε με ανθρώπους που αγαπάτε. Αυτά μας λένε να περιμένουμε... όμως, γίνεται κάτι τέτοιο με καταναγκασμούς, με βομβαρδισμούς, με τις φωνές και τ' ουρλιαχτά που ακούγονται παντού; Είναι αυτές ενδείξεις πως θα 'χουμε αίσιο τέλος; Γιατί είμαστε σ' ένα τέτοιο μέρος; Πώς ξέρουν οι Γερμανοί πως οι δικοί μας είναι σώοι κι αβλαβείς; Πώς ξέρουν ότι βρίσκονται στο ίδιο μέρος, ώστε να μας στείλουν εκεί; Έχετε αναρωτηθεί τι μας θέλουν τόσους πολλούς; Τι μας χρειάζονται; Θέλουν, αλήθεια, το καλό μας; Πότε θα είμαστε ελεύθεροι; Τους εμπιστεύεστε; Ξέρω... αυτήν τη στιγμή, εμπιστεύεστε τους Γερμανούς περισσότερο από μένα. Ωστόσο, εγώ θέλω να σας στείλω κάπου, με σίγουρη ασφάλεια. Σύντομα, δε θα 'μαι πια εδώ, μολονότι θέλω να μείνετε όλοι μαζί, ενωμένοι.»
Μ' αυτά τα λόγια, ξεσήκωσα τον κόσμο να εγκαταλείψει μαζικά το τρένο, να κατευθυνθεί στον κοντινότερο σιδηροδρομικό σταθμό επιστροφής στην Ελλάδα. Χάρηκα που μερικοί ακολούθησαν αδιαμαρτύρητα τα βήματά μου. Στη συνέχεια επανέλαβα τα ίδια μέχρι τον τελευταίο επιβάτη. Το τρένο είχε αδειάσει μέσα σε πέντε λεπτά. Εκείνη τη στιγμή προέκυψαν αντιδράσεις. Με αμφισβήτησαν κάποιοι, θέλοντας να ξαναμπούν στο τρένο κι άλλοι δεν είχαν όρεξη να περπατήσουν. Τους εξήγησα ότι σε λίγες μέρες θα έφταναν στα σπίτια τους, μ' ασφάλεια. Παράλληλα, δήλωσα ότι θα φρόντιζα να επιστρέψουν οι δικοί τους μέχρι του επόμενο μήνα. 
Επί τριάντα μέρες πηγαινοερχόμουν συνεχώς, από την Ελλάδα στην Πολωνία και τ' ανάποδο, φέρνοντας όσους περισσότερους Εβραίους μπορούσα πίσω στη χώρα τους. Με οποιαδήποτε δρομολόγια βρήκα και δε βρήκα, έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα. Να βάλω ένα λιθαράκι κι εγώ στην αλλαγή των ιστορικών δεδομένων.
Τώρα αν πέτυχα κάτι, θα φανεί πολύ σύντομα...
(Αμαν.Ανασ.)

Δεν υπάρχουν σχόλια: