Σήμερα, όλοι ζήσαμε μια υπέροχη έκπληξη. Στη δουλειά, το αφεντικό ανακοίνωσε -με τη δέουσα επισημότητα- πως τη συγκεκριμένη ημέρα δε θα δουλεύαμε... αντιθέτως, θα πηγαίναμε εκδρομούλα, στην επαρχία. Στο οικογενειακό αγροτόσπιτο. Ίσως έτσι ξεφεύγαμε,
-έστω για λίγο- από τη μιζέρια της καθημερινότητας. Ήταν λυτρωτικό, σωτήριο, μοναδικό. Ίσως και θαυματουργό θα έλεγα! Σίγουρα καλύτερο απ' το να δακτυλογραφείς σ’ ένα κλειστοφοβικό γραφείο -όλη μέρα- ή να καθοδηγείς τηλεφωνικά ενοχλητικούς πελάτες.
Ο καιρός μοιάζει κάπως άστατος. Ένα ψυχρό αεράκι σιγοφυσά. Ήλιος -με δόντια- ανατέλλει παρακείθε δειλά. Φόρεσα ένα καπέλο κι ένα ελαφρύ κασκόλ...για προστασία. Καθίσαμε πλάι πλάι, όλοι οι υπάλληλοι παρέα. Θα χαλαρώναμε στην ευρύχωρη αυλή του. Η θέα απέναντι δε μοιάζει καθόλου ενδιαφέρουσα! Μια γκρίζα, μουντή οροσειρά που θυμίζει την άχαρη ρουτίνα μου: δουλειά σπίτι, σπίτι δουλειά. Κούραση στη δουλειά, κούραση και στο σπίτι. Κι ο λόγος; Ποιο το νόημα; Πού θα φτάσει η κατάσταση; Από την άλλη, ο ήλιος φωτίζει συνεχώς -αδιάλειπτα, κάπως σαν καθήκον ή ολίγον καταναγκασμός- τον καθάριο, γκριζογάλαζο ουρανό. Το χρυσαφένιο χωράφι, απέναντι, χάσκει αμέριμνο. Ίσως, έχουν όλα μιαν αιτία... Μια Αρχή κι ένα Τέλος, σε τούτον τον άθλιο κόσμο. Ίσως, με λίγη αισιοδοξία κι υπομονή, καταφέρω κάποτε να δω ετούτον τον κόσμο με άλλο μάτι. Ίσως!
Ένα ίσως μοιάζει κάπως η σωτηρία μας...