Στο βαθύ πράσινο εκείνου του δάσους, μια σκοτεινή ψυχή κατοικούσε σε μισοχαλασμένη καλύβα. Χωρίς συντροφιά, κάποιος νεαρός παρακολουθούσε τον ήλιο ν' ανατέλλει και να δύει καθημερινά. Ξανά και ξανά! Παρέα του κάθε δέντρο, κάθε ζώο, καταγάλανα νερά να κυλάνε ήσυχα.
Απ' την άλλη πλευρά του δάσους έμενε κάποιο κορίτσι, μόνο κι αυτό. Περίμενε μια αγάπη μοναδική να φωλιάσει στην ψυχή της. Τα γαλάζια μάτια και τα κατάξανθα μαλλιά ολοκλήρωναν την την υπέροχη όψη της. Γεμάτη γαλήνη κι ηρεμία, προσέλκυε δίπλα της κάθε μοναχική ψυχή.
Ένα ηλιόλουστο πρωινό ξεκίνησε για τον συνήθη περίπατο στα μονοπάτια του καταπράσινου δάσους, ψάχνοντας τα κρυστάλλινα νερά της λίμνης. Έχοντας μπροστά της το πανέμορφο τοπίο, αποφάσισε να δροσιστεί, για να καθαρίσει ο νους της.
Την ίδια στιγμή, ο νεαρός με τα καταπρά-σινα μάτια έφυγε για το καθημερινό του κυνήγι. Δεν άντεχε να σκοτώνει ζώα, μα με κάποιον τρόπο έπρεπε να επιβιώσει. Πέρασε τα σκοτεινά δίχτυα του δάσους και ίσως ήταν γραφτό ν' αντικρίσουν τα μάτια του μια νεφέλη γύρω απ' τα νερά της λίμνης. Αμέσως, κρύφτηκε πίσω απ' τα βράχια, για να ξαποστάσει. Εκεί έμελλε να δεί την κατάξανθη κόρη, έστω για λίγο, για μια μόνο στιγμή. Δε μπορούσε να μιλήσει, ψέλλισε μόνο πως πρόκειται για οπτασία. Ήταν πρόκληση γι'αυτόν, ένας πειρασμός αναπόδραστος. Τρομαγμένη από τον ξένο
προσπάθησε άκομψα να κρύψει τη γύμνια της.
Ένα ηλιόλουστο πρωινό ξεκίνησε για τον συνήθη περίπατο στα μονοπάτια του καταπράσινου δάσους, ψάχνοντας τα κρυστάλλινα νερά της λίμνης. Έχοντας μπροστά της το πανέμορφο τοπίο, αποφάσισε να δροσιστεί, για να καθαρίσει ο νους της.
Την ίδια στιγμή, ο νεαρός με τα καταπρά-σινα μάτια έφυγε για το καθημερινό του κυνήγι. Δεν άντεχε να σκοτώνει ζώα, μα με κάποιον τρόπο έπρεπε να επιβιώσει. Πέρασε τα σκοτεινά δίχτυα του δάσους και ίσως ήταν γραφτό ν' αντικρίσουν τα μάτια του μια νεφέλη γύρω απ' τα νερά της λίμνης. Αμέσως, κρύφτηκε πίσω απ' τα βράχια, για να ξαποστάσει. Εκεί έμελλε να δεί την κατάξανθη κόρη, έστω για λίγο, για μια μόνο στιγμή. Δε μπορούσε να μιλήσει, ψέλλισε μόνο πως πρόκειται για οπτασία. Ήταν πρόκληση γι'αυτόν, ένας πειρασμός αναπόδραστος. Τρομαγμένη από τον ξένο
προσπάθησε άκομψα να κρύψει τη γύμνια της.
- Ποιος είσαι και τι ζητάς εδώ, ξένε; Ποιος είσαι, ποιο τ' όνομά σου;
- Με συγχωρείς! Δεν ήθελα να σε τρομάξω! Κυνηγούσα στην περιοχή κι έτυχε να περάσω απ' το σημείο.
- Ποια η γενιά σου; ξανάπε, πλησιάζοντάς τον
Σταύρο με λένε και κατάγομαι απ' την πρωτεύουσα. Εσένα;
- Με συγχωρείς! Δεν ήθελα να σε τρομάξω! Κυνηγούσα στην περιοχή κι έτυχε να περάσω απ' το σημείο.
- Ποια η γενιά σου; ξανάπε, πλησιάζοντάς τον
Σταύρο με λένε και κατάγομαι απ' την πρωτεύουσα. Εσένα;
- Αρετή, και...
Δε πρόλαβε να τελειώσει κι ο Σταύρος από ντροπή πήρε βιαστικά τον δρόμο του γυρισμού. Τρέχοντας πίσω του η Αρετή, του φώναξε:
-Στάσου, μη φεύγεις! Είμαι μόνη και δεν ξέρω να επιστρέψω. Χάθηκα, γύρνα πίσω! Ο Σταύρος γύρισε, αλλά κατάλαβε ότι δε μπορούσε να την κοιτάξει κατάματα. Η όψη της έκαιγε τα καταπράσινα μάτια του. Την είχε ερωτευτεί, με την πρώτη ματιά! Ήταν πρωτόγνωρο γι' αυτόν! Απλά ήθελε να της πιάσει το χέρι και ν' αφεθεί στα συναισθήματά του. Δίνοντάς της το χέρι του, της είπε:
- Έλα μαζί μου! Πιάστηκαν χέρι-χέρι. Η
Δε πρόλαβε να τελειώσει κι ο Σταύρος από ντροπή πήρε βιαστικά τον δρόμο του γυρισμού. Τρέχοντας πίσω του η Αρετή, του φώναξε:
-Στάσου, μη φεύγεις! Είμαι μόνη και δεν ξέρω να επιστρέψω. Χάθηκα, γύρνα πίσω! Ο Σταύρος γύρισε, αλλά κατάλαβε ότι δε μπορούσε να την κοιτάξει κατάματα. Η όψη της έκαιγε τα καταπράσινα μάτια του. Την είχε ερωτευτεί, με την πρώτη ματιά! Ήταν πρωτόγνωρο γι' αυτόν! Απλά ήθελε να της πιάσει το χέρι και ν' αφεθεί στα συναισθήματά του. Δίνοντάς της το χέρι του, της είπε:
- Έλα μαζί μου! Πιάστηκαν χέρι-χέρι. Η
Αρετή, κρατώντας τον αποφασιστικά,
πήρε τον δρόμο του γυρισμού, μαζί του από εδώ και πέρα. Τα καταπράσινα μάτια
του μετέδιδαν φως στα δικά της, γέμιζαν συναισθήματα τη ψυχή, φούσκωναν μ'
αγάπη την καρδιά της. Κι έτσι χάθηκαν μαζί στην καρδιά του δάσους. Δυο ψυχές
αντίθετες, με παράλληλες πορείες ζωής ως τα τώρα.
Κι, όπως το δάσος ακουμπά τρυφερά τα βράχια, οι δυο ψυχές συναντήθηκαν κι ένα γλυκό φιλί τους ένωσε για πάντα, αιώνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου