Κάποτε ζούσε ένα ζευγάρι, η Νίτσα κι ο Ρόυ αγαπημένοι. Μια μέρα ξεκίνησαν για τον τελευταίο υπέρηχο του μωρού τους στο νοσοκομείο, μια και πλησίαζε η ώρα του να γεννηθεί. Στον δρόμο, από αγωνία και βιασύνη, δεν πρόσεξαν το κόκκινο Φανάρι της τελευταίας στροφής για Νοσοκομείο.
Το προσπέρασαν βιαστικά. Ένα φορτηγό έπεσε με φόρα στ' αμάξι τους, το διέλυσε. Χτύπησαν κι οι δύο! Η Αστυνομία και το Ασθενοφόρο έσπευσαν να σώσουν το ζευγάρι, προτού εκραγεί η μηχανή. Μετα-φέρθηκαν στο νοσοκομείο εγκαίρως. Η γυναίκα μπήκε στη γυναικολογική, μια κι ήταν ετοιμόγεννη κι ο άντρας στην εντατική ως βαριά τραυματισμένος.
Ξαφνικά απ' τη γυναικολογική η Μαία βάρδιας κάλεσε σε βοήθεια: «Αδερφή, έσπασαν τα νερά! Ειδοποιήστε τον γυναικολόγο το ταχύτερο. Ξεκίνησε η διαδικασία της γέννας!» Εκείνος έφτασε ασθμαίνοντας. Όταν τελείωσε η διαδικασία, η Νίτσα πήρε για πρώτη φορά στην αγκαλιά της το μωρό, ευτυχισμένη. Ειδοποίησαν, αμέσως, τον άντρα της στην εντατική.
Χάρηκε πολύ! Την ίδια στιγμή, συνειδη-τοποίησε πως δεν μπορούσε να κουνήσει τα χέρια ή τα πόδια του. Ήταν πια παρα-πληγικός! Πόσο άθλια ακουγόταν!
Μετά το νοσοκομείο, ο άντρας παρέμεινε καθηλωμένος στο αναπηρικό αμαξίδιο.
Αδυνατούσε τα πάντα, μπορούσε μόνο να μιλά και να τρώει. Το μωρό το μεγάλωνε η Νίτσα, μόνη της. Είχε σταθερά στον νου τον άντρα και το πολυαγαπημένο της «πρόβλημα»: πώς θα τάιζε, θα έντυνε, θα καθάριζε, γενικά θα περιποιούνταν ταυτόχρονα τους δυο τους; Με τον καιρό, το μωρό μεγάλωσε μόνο με τη βοήθεια της γλυκιάς της πεθεράς. Η Νίτσα δούλευε, το παιδί πήγαινε σχολείο κι ο Ρουθ στο σπίτι -σε αναπηρικό αμαξίδιο- βαριόταν.
Σκέφτηκε να κάνει κάτι δημιουργικό: να ζωγραφίζει χριστουγεννιάτικες κάρτες με το στόμα. Έτσι κι έκανε! Ζωγράφιζε υπέροχα, ένας πραγματικός καλλιτέχνης! Έστελνε τις κάρτες του σε ανθρώπους που 'χαν το ίδιο πρόβλημα μ' αυτόν μέσω ταχυ-δρομείου.
Μια μέρα ο γιατρός ζήτησε να δει τον Ρουθ για γενικές εξετάσεις. Ο γιατρός ανακάλυψε πως είχε καρκίνο στο αίμα, μια μορφή καλπάζουσας λευχαιμίας. Ο Ρουθ δεν το έμαθε ποτέ. Η Νίτσα και το παιδί γνώριζαν και το έκρυβαν.
Ένα μήνα αργότερα ο Ρουθ πέθανε, αφού η ασθένεια εξελίχθηκε ραγδαία. Η Νίτσα κι ο γιος του στενοχωρήθηκαν πολύ, αλλά με τα χρόνια το ξεπέρασαν. Άλλωστε θα έμενε πάντα ζωντανός στη μνήμη τους!
Ο γιος τους έμαθε να ζωγραφίζει κι αυτός κάρτες κι έγινε περίφημος ζωγράφος, γνωστός στο Πανελλήνιο. Η Νίτσα ήταν πραγματικά περήφανη γι' αυτόν. Ήλπιζε πως θα 'φτανε πολύ ψηλά, με φήμη ανυπέρβλητη. Τα χρόνια περνούσαν κι ο γιος είχε πια γίνει ολόκληρος άντρας. Είχε φτιάξει και τη δική του οικογένεια, με δυο παιδιά, ένα κορίτσι κι ένα αγόρι.
Λοιπόν, κανείς δεν κατάλαβε τη ροή του χρόνου. Κυλούσε σαν το νερό! Ήρθε κι η δική του σειρά να γεράσει, να γίνει ηλικιωμένος. Η μητέρα, δυστυχώς, είχε φύγει από τη ζωή, οπότε δεν είχε κανέναν κοντά του. Η γυναίκα του -κι αυτή- είχε χάσει τους γονείς της, σε μικρή ηλικία.
Η διαφορά ηλικίας του ζευγαριού ήταν μεγάλη. Ο Χρήστος (έτσι έλεγαν τον γιο της Νίτσας και του Ρουθ) ήταν 75, η γυναικα του μόλις 60.
Μια μέρα ο Χρήστος αποφάσισε να βγει στον κήπο. Ήθελε να βάλει νέα φυτά και το μοιραίο δεν άργησε να συμβεί. Ένα μονο-κινητήριο έπεσε στο σπίτι, συγκεκριμένα πάνω του. Απίστευτο, αλλά αληθινό! Το ευτυχές: δεν έχασε την ζωή του! Έμεινε, όμως, ανάπηρος, όπως ο πατέρας του. Φαίνεται πως η μοίρα του έπαιζε άτιμο παιχνίδι!
Ήθελε να προσφέρει στη γυναίκα του όση αγάπη και φροντίδα της είχαν λείψει. Μετά το δυστύχημα, δεν είχε αυτή τη δυνατότητα. Μόνο τα παιδιά μπορούσαν να της δώσουν όσα χρειαζόταν. Δεν είχαν χρόνο, όμως, διότι δούλευαν σκληρά σε άλλη χώρα, στη Γερμανία. Έτσι η γυναίκα
έμεινε αβοήθητη. Ένα βράδυ είδε ένα
παράξενο όνειρο. Ένας άγγελος της μίλησε. Της ζήτησε ν' ανέβουν με τον άντρα της ένα βουνό. Οπότε τι να κάνει κι αυτή; Επιχείρησαν την ανάβαση, την επόμενη κιόλας μέρα. Εκεί εμφανίστηκε ο ίδιος Άγγελος και γύρισε τα χρόνια πίσω. Οι δυο αγαπημένοι έζησαν τη ζωή κι ήταν πανευτυχείς. Ούτε ατυχήματα, ούτε αναποδιές, μόνο Χαρά!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου